lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καραμέλα στα σουηδικά

Λέξη:
καραμέλα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
karamell, konfekt, iris
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά καραμέλα, καραμέλα συνταγή, καραμέλα ρέθυμνο, καραμέλα παρλιάρος, καραμέλα παιδικός σταθμός, καραμέλα με ζαχαρούχο, καραμέλα στα σουηδικά, karamell στα ελληνικά
καραμέλα στα σουηδικά