lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορκίζομαι στα αγγλικά

Λέξη:
ορκίζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (10):
curse, revile, swear, ban, damn, oath, foreswear, swearing-in, plight, vow
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ορκίζομαι, ορκίζομαι συνώνυμα, ορκίζομαι στο ιερό ευαγγέλιο να πω στο δικαστήριο, ορκίζομαι στα αγγλικά, ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την πατρίδα, ορκίζομαι να πω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, ορκίζομαι στα αγγλικά, curse στα ελληνικά
ορκίζομαι στα αγγλικά