lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορκίζομαι στα γερμανικά

Λέξη:
ορκίζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
fluchen, geflucht, schwören, verfluchen, verdammen, verwünschen, geloben
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ορκίζομαι, ορκίζομαι συνώνυμα, ορκίζομαι στο ιερό ευαγγέλιο να πω στο δικαστήριο, ορκίζομαι στα αγγλικά, ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την πατρίδα, ορκίζομαι να πω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, ορκίζομαι στα γερμανικά, fluchen στα ελληνικά
ορκίζομαι στα γερμανικά