lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορκίζομαι στα φινλανδικά

Λέξη:
ορκίζομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (4):
kiroilla, kirota, manata, vannoa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ορκίζομαι, ορκίζομαι συνώνυμα, ορκίζομαι στο ιερό ευαγγέλιο να πω στο δικαστήριο, ορκίζομαι στα αγγλικά, ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την πατρίδα, ορκίζομαι να πω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, ορκίζομαι στα φινλανδικά, kiroilla στα ελληνικά
ορκίζομαι στα φινλανδικά