lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσωπικό στα αγγλικά

Λέξη:
προσωπικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (7):
cadre, depot, personnel, staff, complementing, crew, man
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά προσωπικό, προσωπικό ωροσκόπιο, προσωπικό τάδε, προσωπικό νεύρο, προσωπικό ιδιωτικής ασφάλειας, προσωπικό ιδ. ασφάλειας, προσωπικό στα αγγλικά, cadre στα ελληνικά
προσωπικό στα αγγλικά