lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ατύχημα στα βουλγαρικά

Λέξη:
ατύχημα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (5):
злополука, катастрофа, падеж, случай, събитие
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά ατύχημα, ατύχημα του σουμάχερ, ατύχημα στο dragster, ατύχημα στα τέμπη, ατύχημα σουμάχερ, ατύχημα ονειροκριτης, ατύχημα στα βουλγαρικά, злополука στα ελληνικά
ατύχημα στα βουλγαρικά