lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαθήτρια στα βουλγαρικά

Λέξη:
μαθήτρια (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά μαθήτρια, μαθήτρια τούμπανο, μαθήτρια τα έβγαλε μέσα στην τάξη, μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της.. (δες πως πήγε ), μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της, μαθήτρια με προκλητική εμφάνιση, μαθήτρια στα βουλγαρικά, зеница στα ελληνικά
μαθήτρια στα βουλγαρικά