lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαθήτρια στα φινλανδικά

Λέξη:
μαθήτρια (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά μαθήτρια, μαθήτρια τούμπανο, μαθήτρια τα έβγαλε μέσα στην τάξη, μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της.. (δες πως πήγε ), μαθήτρια στην αθήνα έφαγε αποβολή για την εμφάνιση της, μαθήτρια με προκλητική εμφάνιση, μαθήτρια στα φινλανδικά, kasvatti στα ελληνικά
μαθήτρια στα φινλανδικά