lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειοψηφία στα βουλγαρικά

Λέξη:
μειοψηφία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, μαχόμενη μειοψηφία, καταστατική μειοψηφία, αναστέλλουσα μειοψηφία, μειοψηφία στα βουλγαρικά, малцинство στα ελληνικά
μειοψηφία στα βουλγαρικά