lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοήθεια στα γαλλικά

Λέξη:
βοήθεια (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (19):
acolyte, adjoint, aidant, aide, appoint, assesseur, assistance, assistant, auxiliaire, collaborateur, concours, confort, main-forte, rescousse, second, secours, servante, soutien, support
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά βοήθεια, βοήθεια συνώνυμα, βοήθεια συγγραφής κειμένου από άτομα χωρίς όραση, βοήθεια στο σπίτι 2013, βοήθεια στο σπίτι, βοήθεια στην κεφαλονιά, βοήθεια στα γαλλικά, acolyte στα ελληνικά
βοήθεια στα γαλλικά