lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοήθεια στα φινλανδικά

Λέξη:
βοήθεια (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (11):
apu, apulainen, auttaa, auttaja, avunanto, avustaa, avustaja, avustus, kannatin, kannatus, tuki
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά βοήθεια, βοήθεια συνώνυμα, βοήθεια συγγραφής κειμένου από άτομα χωρίς όραση, βοήθεια στο σπίτι 2013, βοήθεια στο σπίτι, βοήθεια στην κεφαλονιά, βοήθεια στα φινλανδικά, apu στα ελληνικά
βοήθεια στα φινλανδικά