lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εγκαθιστώ στα γαλλικά

Λέξη:
εγκαθιστώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (16):
admettre, colloquer, constituer, contenir, foncer, fonder, imbriquer, installer, instaurer, mettre, parier, placer, situer, édifier, ériger, établir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά εγκαθιστώ, εγκαθιστώ συνώνυμα, εγκαθιστώ στα αγγλικά, εγκαθιστώ κληρονόμο, εγκαθιστώ κλίση, εγκαθιστώ αγγλικα, εγκαθιστώ στα γαλλικά, admettre στα ελληνικά
εγκαθιστώ στα γαλλικά