lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμφίβολος στα γερμανικά

Λέξη:
αμφίβολος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
bedenklich, bestreitbar, fraglich, fragwürdig, problematisch, schief, schwerlich, unbestimmt, ungewiss, unglaubwürdig, unsicher, unzuverlässig, wacklig, windig, zweifelhaft
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αμφίβολος, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος στα γερμανικά, bedenklich στα ελληνικά
αμφίβολος στα γερμανικά