lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμφίβολος στα ισπανικά

Λέξη:
αμφίβολος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (10):
cuestionable, dubitativo, dudoso, hipotético, incierto, inconstante, indeciso, inseguro, perplejo, precario
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά αμφίβολος, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος στα ισπανικά, cuestionable στα ελληνικά
αμφίβολος στα ισπανικά