lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμφίβολος στα σουηδικά

Λέξη:
αμφίβολος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
osäker, ostadig, oviss, vansklig, betänklig, problematisk, tveksam, tvivelaktig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά αμφίβολος, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος στα σουηδικά, osäker στα ελληνικά
αμφίβολος στα σουηδικά