lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εσωκλείω στα γερμανικά

Λέξη:
εσωκλείω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
anschließen, beifügen, beilegen, fügen, gesellen, hinzufügen, verbinden, vereinigen, zufügen, zusammenfügen, zusammenschließen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εσωκλείω, σας εσωκλείω, εσωκλείω συνώνυμο, εσωκλείω συνώνυμα, εσωκλείω στα γερμανικά, anschließen στα ελληνικά
εσωκλείω στα γερμανικά