lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εσωκλείω στα ουκρανικά

Λέξη:
εσωκλείω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
анексувати, всисати, добавити, добавляти, додавати, додайте, додати, додаток, поглинути, поглиньте, прибавити, прибавляти, приєднайте, приєднати, приєднувати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εσωκλείω, σας εσωκλείω, εσωκλείω συνώνυμο, εσωκλείω συνώνυμα, εσωκλείω στα ουκρανικά, анексувати στα ελληνικά
εσωκλείω στα ουκρανικά