lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατανέμω στα γερμανικά

Λέξη:
κατανέμω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
bestimmen, designieren, festgelegt, zugeteilt
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κατανέμω, κατανέμω συνώνυμο, κατανέμω συνώνυμα, κατανέμω κλίση, κατανέμω αγγλικα, κατανέμω στα γερμανικά, bestimmen στα ελληνικά
κατανέμω στα γερμανικά