lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττωματικός στα γαλλικά

Λέξη:
ελαττωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (13):
défectible, défectif, défectueux, erroné, estropié, fautif, faux, hagard, impotent, infirme, invalide, taré, vicieux
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ελαττωματικός, ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός στα γαλλικά, défectible στα ελληνικά
ελαττωματικός στα γαλλικά