lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κούραση στα γερμανικά

Λέξη:
κούραση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
arbeit, ermüdung, mühe, mühsal, qual, schmerz, strapaze, müdigkeit
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κούραση, κούραση συνώνυμα, κούραση στην εγκυμοσύνη, κούραση στα πόδια, κούραση στα μάτια, κούραση ματιών, κούραση στα γερμανικά, arbeit στα ελληνικά
κούραση στα γερμανικά