lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κούραση στα ουγγρική

Λέξη:
κούραση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
fáradság, nehéz, fáradtság, unalom
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κούραση, κούραση συνώνυμα, κούραση στην εγκυμοσύνη, κούραση στα πόδια, κούραση στα μάτια, κούραση ματιών, κούραση στα ουγγρική, fáradság στα ελληνικά
κούραση στα ουγγρική