lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιορισμός στα γερμανικά

Λέξη:
περιορισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
begrenzung, beschränkung, einschränkung, grenze, limes, rahmen, restriktion
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά περιορισμός, περιορισμός του αιτήματος της αγωγής, περιορισμός ταχύτητας internet σε wifi, περιορισμός συνώνυμο, περιορισμός προσλήψεων, περιορισμός ποσού αγωγής, περιορισμός στα γερμανικά, begrenzung στα ελληνικά
περιορισμός στα γερμανικά