lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιορισμός στα δανική

Λέξη:
περιορισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
begrænsning, grænse
Σχετικές λέξεις:
δανική περιορισμός, περιορισμός του αιτήματος της αγωγής, περιορισμός ταχύτητας internet σε wifi, περιορισμός συνώνυμο, περιορισμός προσλήψεων, περιορισμός ποσού αγωγής, περιορισμός στα δανική, begrænsning στα ελληνικά
περιορισμός στα δανική