lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χάρισμα στα γερμανικά

Λέξη:
χάρισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
anlage, befähigen, befähigung, dotation, eignung, fähigkeit, gabe, geschenk, gründung, schenkung, spende, stiftshütten, stiftung, subvention, talent, veranlagung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά χάρισμα, χάρισμα φίλων, χάρισμα ταινία, χάρισμα σκυλιών, χάρισμα σιδήρου, χάρισμα ρούχων, χάρισμα στα γερμανικά, anlage στα ελληνικά
χάρισμα στα γερμανικά