lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ώμος στα γερμανικά

Λέξη:
ώμος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (10):
achsel, arm, ast, schulter, zweig, blatt, flügel, schaufel, schulterblatt, spaten
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ώμος, ώμοσ του κολυμβητή, ώμος τενοντίτιδα, ώμος στα αγγλικα, ώμος πόνος, ώμος προς ενοικίαση, ώμος στα γερμανικά, achsel στα ελληνικά
ώμος στα γερμανικά