lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ώμος στα ουκρανικά

Λέξη:
ώμος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
плече, весло, лопатка, флюгер
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ώμος, ώμοσ του κολυμβητή, ώμος τενοντίτιδα, ώμος στα αγγλικα, ώμος πόνος, ώμος προς ενοικίαση, ώμος στα ουκρανικά, плече στα ελληνικά
ώμος στα ουκρανικά