lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βερνίκι στα δανική

Λέξη:
βερνίκι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
farve, farvestof, kulør, nuance, maling, fernis, glane, lak, politur
Σχετικές λέξεις:
δανική βερνίκι, βερνίκι υψηλής θερμοκρασίας, βερνίκι πολυουρεθάνης, βερνίκι ξύλου τιμή, βερνίκι ξύλου, βερνίκι νυχιών, βερνίκι στα δανική, farve στα ελληνικά
βερνίκι στα δανική