lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βερνίκι στα τσεχική

Λέξη:
βερνίκι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
barva, barvitost, barvivo, lak, lesk, malba, nádech, nátěr, odstín, témbr, zabarvení, zbarvení, zvuk
Σχετικές λέξεις:
τσεχική βερνίκι, βερνίκι υψηλής θερμοκρασίας, βερνίκι πολυουρεθάνης, βερνίκι ξύλου τιμή, βερνίκι ξύλου, βερνίκι νυχιών, βερνίκι στα τσεχική, barva στα ελληνικά
βερνίκι στα τσεχική