lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευκίνητος στα δανική

Λέξη:
ευκίνητος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
dygtig, effektiv, ekspert, fiffig, flink, habil, hurtig, klok, slug, smidig, vig
Σχετικές λέξεις:
δανική ευκίνητος, ευκίνητος στα δανική, dygtig στα ελληνικά
ευκίνητος στα δανική