lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευκίνητος στα λευκορωσίας

Λέξη:
ευκίνητος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (9):
ёмкі, зручны, лоўкі, спрытны, борзды, быстры, жвавы, паваротлівы, шпаркі
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ευκίνητος, ευκίνητος στα λευκορωσίας, ёмкі στα ελληνικά
ευκίνητος στα λευκορωσίας