lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέμμα στα δανική

Λέξη:
στέμμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
krone, krans
Σχετικές λέξεις:
δανική στέμμα, στέμμα χειρογράφων, στέμμα του αγίου στεφάνου, στέμμα του ήλιου, στέμμα στα αγγλικά, στέμμα πριγκίπισσας, στέμμα στα δανική, krone στα ελληνικά
στέμμα στα δανική