lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στέμμα στα πορτογαλικά

Λέξη:
στέμμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
cima, coroa, corona, planta
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά στέμμα, στέμμα χειρογράφων, στέμμα του αγίου στεφάνου, στέμμα του ήλιου, στέμμα στα αγγλικά, στέμμα πριγκίπισσας, στέμμα στα πορτογαλικά, cima στα ελληνικά
στέμμα στα πορτογαλικά