lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ασκώ στα ισπανικά

Λέξη:
ασκώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (8):
adiestrarse, amaestrar, ejercer, ejercitar, ensayar, practicar, causar, impresionar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά ασκώ, ασκώ το δίδειν, ασκώ συνώνυμα, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ πίεση αγγλικά, ασκώ επάγγελμα, ασκώ στα ισπανικά, adiestrarse στα ελληνικά
ασκώ στα ισπανικά