lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιππεύω στα ιταλικά

Λέξη:
ιππεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (3):
andare, guidare, camminare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ιππεύω, ιππεύω στα ιταλικά, andare στα ελληνικά
ιππεύω στα ιταλικά