lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιππεύω στα πολωνική

Λέξη:
ιππεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
jechać, jeździć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική ιππεύω, ιππεύω στα πολωνική, jechać στα ελληνικά
ιππεύω στα πολωνική