lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιππεύω στα ρωσικά

Λέξη:
ιππεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
ехать, катать, ездить, разъезжать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ιππεύω, ιππεύω στα ρωσικά, ехать στα ελληνικά
ιππεύω στα ρωσικά