lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαγαζί στα ιταλικά

Λέξη:
μαγαζί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (14):
affare, bottega, caso, esercizio, faccenda, fatto, frutto, impresa, interessamento, interesse, lavoro, mansione, negozio, rilevare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μαγαζί, μαγαζί φώτη σεργουλόπουλου, μαγαζί του τζαβέλλα, μαγαζί του ζαβλανού, μαγαζί ονειροκρίτης, μαγαζί με βότανα στην αθήνα, μαγαζί στα ιταλικά, affare στα ελληνικά
μαγαζί στα ιταλικά