lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαγαζί στα νορβηγικά

Λέξη:
μαγαζί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
affære, anliggende, arbeid, bedrift, butikk, forretning, handel, interesse, krambu, lager, magasin, rente, sak, ærende
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μαγαζί, μαγαζί φώτη σεργουλόπουλου, μαγαζί του τζαβέλλα, μαγαζί του ζαβλανού, μαγαζί ονειροκρίτης, μαγαζί με βότανα στην αθήνα, μαγαζί στα νορβηγικά, affære στα ελληνικά
μαγαζί στα νορβηγικά