lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαγαζί στα σουηδικά

Λέξη:
μαγαζί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
affär, angelägenhet, ärende, bedrift, intresse, ränta, butik
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά μαγαζί, μαγαζί φώτη σεργουλόπουλου, μαγαζί του τζαβέλλα, μαγαζί του ζαβλανού, μαγαζί ονειροκρίτης, μαγαζί με βότανα στην αθήνα, μαγαζί στα σουηδικά, affär στα ελληνικά
μαγαζί στα σουηδικά