lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όρεξη στα νορβηγικά

Λέξη:
όρεξη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
appetitt, matlust, begjær, gjerrighet, iver, lyst, ønske, tørst
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά όρεξη, όρεξη συνώνυμα, όρεξη στην εγκυμοσύνη, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις αχαρναι, όρεξη να χεις ασπροπυργος, όρεξη στα νορβηγικά, appetitt στα ελληνικά
όρεξη στα νορβηγικά