lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλλοιώνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
αλλοιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
падрабляць, падробліваць, фальсіфікаваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αλλοιώνω, αλλοιώνω συνώνυμο, αλλοιώνω συνώνυμα, αλλοιώνω μεταφραση, αλλοιώνω english, αλλοιώνω στα λευκορωσίας, падрабляць στα ελληνικά
αλλοιώνω στα λευκορωσίας