lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλλοιώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
αλλοιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
väärentää, ruhjoa, tärvellä
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αλλοιώνω, αλλοιώνω συνώνυμο, αλλοιώνω συνώνυμα, αλλοιώνω μεταφραση, αλλοιώνω english, αλλοιώνω στα φινλανδικά, väärentää στα ελληνικά
αλλοιώνω στα φινλανδικά