lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυστηρός στα λευκορωσίας

Λέξη:
αυστηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (11):
акуратны, востры, дакладны, люты, паважны, рэзкі, сталы, строгі, суравы, суровы, сыры
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αυστηρός, αυστηρώς κατάλληλο, αυστηρόσ πατέρασ, αυστηρόσ ετυμολογία, αυστηρόσ δάσκαλοσ, αυστηρός συνώνυμα, αυστηρός στα λευκορωσίας, акуратны στα ελληνικά
αυστηρός στα λευκορωσίας