lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυστηρός στα φινλανδικά

Λέξη:
αυστηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (35):
ankara, hauras, jalostamaton, julma, jäykkä, kaavamainen, kalsea, kankea, kiinteä, kimakka, kimeä, kireä, kirpeä, kolea, kolkko, kova, kuuma, kärkevä, läpitunkeva, oikea, pureva, raaka, rankka, sitkeä, tarkka, terä, terävä, totinen, tuima, tärkeä, törkeä, vahva, vaikea, vakava, voimakas
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αυστηρός, αυστηρώς κατάλληλο, αυστηρόσ πατέρασ, αυστηρόσ ετυμολογία, αυστηρόσ δάσκαλοσ, αυστηρός συνώνυμα, αυστηρός στα φινλανδικά, ankara στα ελληνικά
αυστηρός στα φινλανδικά