lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυστηρός στα ουγγρική

Λέξη:
αυστηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (17):
akut, alapos, dísztelen, erős, forró, fáradságos, hegyes, kemény, keserves, mosatlan, nehéz, nyers, pontos, rideg, szigorú, zord, éles
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αυστηρός, αυστηρώς κατάλληλο, αυστηρόσ πατέρασ, αυστηρόσ ετυμολογία, αυστηρόσ δάσκαλοσ, αυστηρός συνώνυμα, αυστηρός στα ουγγρική, akut στα ελληνικά
αυστηρός στα ουγγρική