lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θεραπεύω στα λευκορωσίας

Λέξη:
θεραπεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
лячыць, трактаваць, вылечыць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας θεραπεύω, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω συνώνυμα, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω κλίση, θεραπεύω αρχαια, θεραπεύω στα λευκορωσίας, лячыць στα ελληνικά
θεραπεύω στα λευκορωσίας