lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θεραπεύω στα πολωνική

Λέξη:
θεραπεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (8):
częstować, gościć, kurować, leczyć, rozprawiać, traktować, uzdrawiać, wyleczyć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική θεραπεύω, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω συνώνυμα, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω κλίση, θεραπεύω αρχαια, θεραπεύω στα πολωνική, częstować στα ελληνικά
θεραπεύω στα πολωνική