lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θεραπεύω στα ουγγρική

Λέξη:
θεραπεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
vendégségben, gyógyítani, kezelni, gyógyul, bánik, bánni, meggyógyul
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική θεραπεύω, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω συνώνυμα, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω κλίση, θεραπεύω αρχαια, θεραπεύω στα ουγγρική, vendégségben στα ελληνικά
θεραπεύω στα ουγγρική