lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλούσιος στα λευκορωσίας

Λέξη:
πλούσιος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (9):
багаты, густы, пышны, шчодры, грунтоўны, заможны, плацежаздольны, слушны, угрунтаваны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας πλούσιος, πλούσιοσ και φτωχόσ, πλούσιος συνώνυμο, πλούσιος συνώνυμα, πλούσιος ρυθμός, πλούσιος μπαμπάς φτωχός μπαμπάς pdf, πλούσιος στα λευκορωσίας, багаты στα ελληνικά
πλούσιος στα λευκορωσίας