lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψωμί στα λιθουανική

Λέξη:
ψωμί (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική ψωμί, ψωμί χωρίς μαγιά, ψωμί συνταγές, ψωμί ονειροκρίτης, ψωμί ολικής αλέσεως, ψωμί και τριαντάφυλλα, ψωμί στα λιθουανική, duona στα ελληνικά
ψωμί στα λιθουανική